Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχιζοφρένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σχιζοφρένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

10 Οκτωβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Πηγή: zougla.gr

Η Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Οκτωβρίου, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη για τα ψυχικά νοσήματα. Την πρωτοβουλία πήραν από κοινού το 1994 η Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.


Οι ειδικοί κάνουν λόγο για μία παγκόσμια «επιδημία» ψυχικών διαταραχών, επικαλούμενοι τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Ο αριθμός των πασχόντων από κατάθλιψη, ξεπερνά παγκοσμίως τα 154 εκατομμύρια, ενώ ως το 2020 θα είναι η δεύτερη αιτία θανάτου παγκοσμίως.

Οι πάσχοντες από σχιζοφρένεια είναι 25 εκατομμύρια, ενώ 95 εκατομμύρια υποφέρουν από διαταραχές σχετιζόμενες με κατάχρηση αλκοόλ.

Οσον αφορά την χώρα μας και σύμφωνα με πανεπιστημιακές έρευνες, μόλις το 80% όσων πάσχουν από κατάθλιψη αναζητούν βοήθεια και λιγότερο από το 50% προσφεύγει στη στήριξη του ιατρού. Ένα 10 με 12% του συνόλου του πληθυσμού όλων των ηλικιών πάσχει από ψυχικές ασθένειες.

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

Ψυχική νόσος: πως παρουσιάζεται στην τηλεόραση και τον κινηματοφράφο

Απο την TV χωρίς σύνορα (Άρθρο της Μαρίνας Οικονόμου, Επίκουρης Καθηγήτριας Ψυχιατρικής)

Στη σύγχρονη επικοινωνιακή πραγματικότητα η ταχύτητα μετάδοσης της πληροφορίας κάνει το μέσο θεατή δέκτη μιας εικόνας την οποία δεν μπορεί εύκολα να αποκωδικοποιήσει και να κρίνει.

Έτσι, υπονομεύεται και η ίδια η πληροφορία αλλά και ο πλουραλισμός της ενημέρωσης, καθώς δεν αφήνεται περιθώριο «χώρου και χρόνου» για μια σφαιρική παρουσίαση τόσο της επιστημονικής γνώσης όσο και του υποκειμενικού «βιώματος» του πάσχοντος. Ταυτόχρονα, τα ζητήματα της ψυχικής οδύνης του ατόμου που πάσχει και αναμετράται καθημερινά ανάμεσα στη λογική και στο παράλογο, όπως και το τεράστιο ψυχικό φορτίο που φέρει η οικογένειά του, προβάλλονται ελάχιστα ή, όταν προβάλλονται, αυτό γίνεται μονόπλευρα, αποσπασματικά και συχνά παραποιημένα.

Η τηλεοπτική απεικόνιση της ψυχικής ασθένειας

Στην εικόνα που αναπαράγει η τηλεοπτική ειδησεογραφία για την ψυχική ασθένεια σημαντικό ρόλο παίζουν και κάποια χαρακτηριστικά της λειτουργίας των ΜΜΕ. Συχνά, οι πρακτικές παρουσίασης των ειδήσεων που υιοθετούνται έχουν ως βασικό κριτήριο το εντυπωσιακό της είδησης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η απήχησή της στο κοινό. Για λόγους εντυπωσιασμού, λοιπόν, επικρατεί η τάση να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε εγκλήματα βίας, που διεγείρουν συγκινησιακά το δέκτη. Το τηλεοπτικό στερεότυπο του «ψυχασθενή εγκληματία» συμβάλλει στο στιγματισμό των ατόμων που πάσχουν από κάποια ψυχική διαταραχή. Η μη ρεαλιστική απεικόνισή τους, με κύριο χαρακτηριστικό της τη χρήση του κλασικού στερεοτύπου της βίας, εγείρει το φόβο απέναντί τους για να κινητοποιήσει το ενδιαφέρον του κοινού.

Η σχιζοφρένεια ειδικά είναι εκείνη η ψυχική ασθένεια που ελκύει περισσότερο το ενδιαφέρον του κοινού, και από μόνη της συνιστά «είδηση». Κυρίως όμως συνιστά «κακή είδηση» μέσα από τον τρόπο που προσεγγίζεται από τα ΜΜΕ, που συχνά διολισθαίνουν στον εντυπωσιασμό με αποτέλεσμα να αναπαράγουν την προκατάληψη και το φόβο. Η στερεότυπη εικόνα του «σχιζοφρενούς» που προβάλλεται, είναι συνήθως παραπλανητική και συχνά «τρομολαγνική».

Η εικόνα στην τηλεόραση χαράσσεται στη μνήμη του θεατή. Και πολλές φορές, η εικόνα σκοτώνει. Η προβολή λοιπόν αποκλειστικά και μόνο βαριών ψυχώσεων στην τηλεόραση δίνει την εντύπωση στο θεατή ότι η ψυχική νόσος είναι μόνο η βαριά ψύχωση. Και επομένως, τη συνδέει με την επικινδυνότητα, τη συνδέει με την απομόνωση, τη συνδέει με το στιγματισμό. Πλήθος άλλων ελαφρών ψυχικών καταστάσεων, νευρώσεων, αγχωδών καταστάσεων ποτέ δεν προβάλλονται κατά τον ίδιο τρόπο και έτσι δημιουργούνται λανθασμένες εντυπώσεις. Άλλωστε οι βαριές ψυχώσεις που νοσηλεύονται στα ψυχιατρεία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.

Η ψυχική ασθένεια στον κινηματογράφο

Ο κινηματογράφος, ως μορφή τέχνης αλλά και ως μέσο μαζικής ψυχαγωγίας, ακόμα πιο προσιτό στο ευρύ κοινό μέσω της τηλεόρασης, δίνει τη δική του «καλλιτεχνική» αποτύπωση της πραγματικότητας της ψυχικής ασθένειας. Η ψυχική νόσος κατέχει περίβλεπτη θέση στην κινηματογραφική θεματολογία. Αν κρίνει κανείς από τον αριθμό των ταινιών του εμπορικού κινηματογράφου που απεικονίζουν την ψυχική ασθένεια, θα μπορούσε να πει ότι η 7η Τέχνη σίγουρα γοητεύεται από τον κόσμο της Ψυχιατρικής. Η ψυχική ασθένεια, με το μυστήριο που την περιβάλλει, αποδεικνύεται δελεαστική επιλογή για της ανάγκες της πλοκής και για τη συγκινησιακή διέγερση του θεατή, ειδικά οι παραπομπές στο «σκοτεινό» πρόσωπο της ασθένειας. Αλλά και πιο «αισιόδοξες» προσεγγίσεις, επιδιώκοντας το γέλιο ή τη συγκίνηση, συνθέτουν μια παραπλανητική εικόνα. Η κινηματογραφική ματιά στην ψυχική ασθένεια, είτε σαφώς στιγματιστική είτε όχι, σχεδόν πάντα παρουσιάζει την αρρώστια αποσπασματικά. Τα κινηματογραφικά στερεότυπα συνεισφέρουν στη σύγχυση και στις παρανοήσεις γύρω από την ψυχική ασθένεια αποδίδοντας σε αυτή χαρακτηριστικά που «έλκουν» το θεατή, το ευρύ κοινό.

Ο χώρος του θεάματος διαδραματίζει αναμφίβολα έναν καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία της μαζικής κουλτούρας της εποχής μας και διαθέτει τη δύναμη να διαμορφώνει αντιλήψεις, στάσεις και συμπεριφορές συμμετέχοντας έτσι στην εμπέδωση των στερεοτύπων και του στίγματος.
Κατά συνέπεια, ο κινηματογράφος δεν είναι άμοιρος ευθυνών για την εικόνα που δεκαετίες τώρα, σχεδόν από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο προβάλλει, ταυτίζοντας τον ψυχικά ασθενή με τον ανισόρροπο, τον εγκληματία, με τον Dr Jekyl και τον Mr Hyde. Η ψυχική ασθένεια, σφάγιο στο βωμό της βιομηχανίας του θεάματος και της εισπρακτικής επιτυχίας, αναπαρίσταται κινηματογραφικά με τρόπο που συνδράμει στην αρνητική κοινωνική αντίδραση, στη δημιουργία μυθολογίας γύρω από τη φύση και τις συνέπειες της ασθένειας και στην εδραίωση του στίγματος της «αθεράπευτης τρέλας».

Η ψυχική διαταραχή με τις μυθολογικές και δαιμονολογικές της προεκτάσεις, μεταγλωττισμένη σε λαϊκής χρήσης όρους, μεταποιημένη από την 7η Τέχνη άλλοτε σε γελοιογραφική και άλλοτε σε εγκληματική φιγούρα, έχει υποστεί επί μακρόν μια σημαντική εννοιολογική αλλοίωση και διαστροφή της πραγματικής της εικόνας και έναν ευτελέστατο και ανηλεή κοινωνικό στιγματισμό. Δυστυχώς, ο κόσμος του θεάματος μοιάζει να καταργεί οποιοδήποτε ηθικό κώδικα δεοντολογίας και εμφανίζεται ανάλγητος απέναντι στη μεγάλη ομάδα των ατόμων με ψυχική ασθένεια, προβάλλοντας στο σελιλόιντ τη διαφορετικότητά τους σαν μειονεξία.
Υπάρχει, όμως και η άλλη όψη του νομίσματος, όταν ο εμπορικός κινηματογράφος σκύβει με ευαισθησία και ρεαλισμό σε ζητήματα που θεωρούνται κοινωνικά ταμπού, όπως η ψυχική ασθένεια, δίνοντας το έναυσμα στο κοινό να στοχαστεί πάνω στα στερεότυπα που τη συνοδεύουν και να νικήσει την προκατάληψη. Ο κινηματογράφος μπορεί να αποτελέσει τότε εκτός από ένα μέσο διασκέδασης και ένα μέσο ψυχαγωγίας και ενημέρωσης, συμβάλλοντας στην απομυθοποίηση της ψυχικής ασθένειας και στην αποτύπωση των πραγματικών της διαστάσεων.

Στην κινηματογραφική ωστόσο βιομηχανία δε χωρούν ουτοπισμοί. Τα ισχυρά κινηματογραφικά λόμπι θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν την ιδιαιτερότητα της ψυχικής ασθένειας και το φόβο απέναντί της για να προσελκύσουν εμπορικά το κοινό. Σε αυτό το σημείο είναι που καλείται η ψυχιατρική επιστήμη να αναδείξει την πολυπλοκότητα των ψυχικών διαταραχών, να διαλύσει τη συσκότιση γύρω από αυτές, λυτρωμένη από εμμονές και «ιατροκεντρικές αγκυλώσεις», και να συμβάλει στην κατανόηση της ασθένειας μέσα από την κλινική και «πραγματική» της εικόνα.

Η απεικόνιση της ψυχικής ασθένειας σε προγράμματα ψυχαγωγικού χαρακτήρα

Αν και το θέμα της ψυχικής ασθένειας παρουσιάζεται συνήθως από τα ειδησεογραφικά ρεπορτάζ, η εικόνα που σχηματίζει το κοινό για τους ανθρώπους που έχουν κάποια μορφή ψυχικής διαταραχής προέρχεται επίσης από μια ποικιλία (τηλεοπτικών κυρίως) προγραμμάτων, όπως σήριαλ ή άλλου τύπου ψυχαγωγικές εκπομπές, που με έμμεσο τρόπο παρέχουν πληροφορίες για το θέμα. Σύμφωνα με έρευνες, τα τηλεοπτικά προγράμματα στα οποία υπάρχουν ρόλοι ανθρώπων με ψυχική ασθένεια κατά κανόνα τους παρουσιάζουν με αρνητικό τρόπο, εμφανίζοντας τη βία ως κύριο χαρακτηριστικό της ψυχικής ασθένειας και επηρεάζοντας έτσι τις αντιλήψεις του κοινού. Παρόλα αυτά, τέτοιου τύπου τηλεοπτικά προγράμματα μπορούν επίσης να διαδραματίσουν θετικό ρόλο στον αποστιγματισμό της ψυχικής ασθένειας και του ψυχικά ασθενή, αν η συγγραφή του σεναρίου γίνεται με τρόπο αντικειμενικό, ρεαλιστικό, αποκαλυπτικό μεν ως προς τις διαστάσεις της ασθένειας, αλλά απαλλαγμένο από υπερβολές, στερεότυπα, μειωτικές και προσβλητικές απεικονίσεις για τον ασθενή. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι μεταξύ των θεατών είναι και οι ίδιοι οι ψυχικά ασθενείς και οι οικογένειές τους.

Συχνά επίσης άνθρωποι με ψυχική ασθένεια γίνονται αντικείμενο διακωμώδησης και χλευασμού από ορισμένους επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης, που θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο «βγάζουν γέλιο». Σε ορισμένες περιπτώσεις η ίδια η φύση της νόσου είναι τέτοια ώστε οι πάσχοντες δεν έχουν επίγνωση της κατάστασής τους και γι’ αυτό μπορούν να εκτεθούν. Ωστόσο, το «ψυχαγωγικό» περιεχόμενο ορισμένων εκπομπών δεν μπορεί αλλά και δεν πρέπει να βασίζεται πάνω στην προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η ψυχική ασθένεια μπορεί κάποιες φορές να προκαλεί το γέλιο, όμως κρύβει οδύνη για το άτομο που νοσεί. Για κάποιους ανθρώπους, αυτό που διακωμωδείται αποτελεί μια οδυνηρή πραγματικότητα. Η ύπαρξη τέτοιων φαινομένων αντίκειται στις αρχές δεοντολογίας που πρέπει να διέπουν τη λειτουργία των ΜΜΕ. Οι ψυχικά ασθενείς είναι πάνω από όλα άνθρωποι και αξίζουν το σεβασμό.

Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η εμπορική και ειδησεογραφική αξία μπορεί να συμπνέει με τη δημοσιογραφική δεοντολογία και το σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Από τη σκοπιά των ασθενών και των οικογενειών τους

Εκτός από το ευρύ κοινό, αποδέκτες της εικόνας που αναπαράγουν τα ΜΜΕ είναι οι ασθενείς και οι οικογένειές τους, που αποτελούν και τα κύρια θύματα του στίγματος και του αποκλεισμού. Ας αναλογιστούμε: Πώς νιώθει άραγε ο ασθενής όταν έρχεται αντιμέτωπος με την «τηλεοπτική» του εικόνα, μια εικόνα που είναι συχνά παραμορφωμένη και υπονομευτική, που τον οδηγεί στη ντροπή, την αυτο-υποτίμηση, την εσωστρέφεια και εντέλει στον αυτοστιγματισμό; Πώς νιώθει η οικογένεια όταν αντικρίζει την «τηλεοπτική» εικόνα του συγγενή της, μια εικόνα που απέχει από την πραγματική και που συχνά πυροδοτεί συναισθήματα ματαίωσης και απογοήτευσης, ντροπής και ενοχής; Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι ο κύκλος των ασθενών και των οικογενειών τους δεν είναι καθόλου μικρός και ευκαταφρόνητος καθώς μόνο για τη σχιζοφρένεια υπολογίζεται ότι οι ασθενείς αντιπροσωπεύουν περίπου το 1 % του πληθυσμού σε κάθε χώρα και πολιτισμό της γης. Οι αριθμοί γίνονται εύγλωττοι και για την Ελλάδα. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν 100.000 ασθενείς με σχιζοφρένεια στη χώρα μας. Πολύ εύκολα, άκριτα και αβασάνιστα οι ασθενείς αυτοί εισπράττονται από το κοινωνικό τους περιβάλλον και από το «μέσο θεατή», ως άτομα παρεκκλίνοντα εν δυνάμει βίαια, απρόβλεπτα ή επικίνδυνα.

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

Η ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ, ME THN KAΤΑΛΛΗΛΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ, ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΛΕΓΧΘΕΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΑ

Θοδωρής Γιάνναρος, μοριακός - πυρηνικός βιολόγος (zougla.gr)

Για κάποιους, η λέξη σχιζοφρένεια είναι ίσως οικεία και την έχουν ακούσει ή ακόμα και χρησιμοποιήσει σε κάποια συζήτηση. Από την άλλη, όμως, για εκατομμύρια κοινούς θνητούς, η σχιζοφρένεια είναι μία νόσος που και μόνο η αναφορά σε αυτήν δημιουργεί, τις περισσότερες φορές, περίεργα αισθήματα φοβίας ή/και τρόμου και απομονώνει τους ασθενείς από τον κοινωνικό ιστό, απλά και μόνο, διότι είναι, τραγικά και ανεξήγητα, παρεξηγημένη…

Στην Ελλάδα, περίπου 100.000 ασθενείς, περίπου 100.000 οικογένειες βιώνουν καθημερινά την κοινωνική απόρριψη, το στίγμα και τις διακρίσεις σε όλους τους τομείς της κοινωνικής τους ζωής, στη προσπάθεια εξεύρεσης στέγης, στην εργασία, στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων….

Πρόκειται για μια ψυχική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από προβλήματα στην αντίληψη της πραγματικότητας. Βέβαια, δεν παρατηρείται οργανική βλάβη του νευρικού συστήματος του ασθενούς, πλην όμως όλες οι επιστημονικές εργασίες επί του αντικειμένου αφήνουν να εννοηθεί την ύπαρξη μιας λεπτής νευροφυσιολογικής και χημικής δυσλειτουργίας, μάλλον άγνωστης μέχρι σήμερα. Μάλιστα, με τον όρο σχιζοφρένεια καλύπτεται ένα σύνολο νόσων με διαφορετικούς μηχανισμούς. Για παράδειγμα, υφίστανται τέτοιες χρόνιες ψυχώσεις που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ειδικότερα ούτε ως σχιζοφρένεια αλλά και ούτε ως χρόνια παραληρήματα.

Συνήθως τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν ακουστικές και οπτικές παραισθήσεις, παρανοϊκές ψευδαισθήσεις και αποδιοργανωμένη ομιλία και σκέψη («φυγή ιδεών»), γεγονός που επιφέρει σοβαρά προβλήματα στην κοινωνική τους αλληλεπίδραση. Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας συνήθως εμφανίζονται κατά τη νεαρή ηλικία και επηρεάζουν περίπου 0,4%-0,6% του πληθυσμού. Ακόμα, τα άτομα που πάσχουν από αυτή τη διαταραχή εμφανίζουν έντονη εσωστρέφεια και γενική αποδιοργάνωση του «Εγώ».

Τα αίτια της σχιζοφρένειας δεν έχουν εντοπιστεί πλήρως, αλλά είναι κυρίως βιολογικής, ψυχολογικής και κοινωνικής φύσεως. Η κυρίως έρευνα που διεξάγεται για τη σχιζοφρένεια εστιάζεται κυρίως στους βιολογικούς/γενετικούς παράγοντες, που φαίνεται πως διαδραματίζουν και τον πιο σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη αυτής της ψυχικής διαταραχής. Η σχιζοφρένεια σήμερα σε αρκετές περιπτώσεις θεωρείται ελέγξιμη διαταραχή και, μέσω της κατάλληλης θεραπείας, τα άτομα που πάσχουν έχουν την πιθανότητα να επανενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο.


ΟΙ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν μπορούν να εργαστούν;

Μπορούν να εργαστούν, ακόμη και αν έχουν συμπτώματα. Σε μερικούς τομείς, μάλιστα, είναι εξαιρετικά παραγωγικά και δημιουργικά. Η εργασία φαίνεται να συμβάλλει σημαντικά στην αποκατάστασή τους.

Τα άτομα με σχιζοφρένεια είναι βίαια και επικίνδυνα;


Εκ πρώτης όψεως, τα άτομα με ψυχικές ασθένειες δεν είναι περισσότερο επικίνδυνα, εάν συγκριθούν με τον γενικό πληθυσμό. Τα άτομα αυτά, ειδικά εκείνα που πάσχουν από σχιζοφρένεια, ενδέχεται υπό προϋποθέσεις και σε πολύ μικρό ποσοστό να εκδηλώσουν επικίνδυνη συμπεριφορά, η οποία, όμως, κατά κανόνα οφείλεται στην παραμέληση της φαρμακευτικής αγωγής και στην έλλειψη στήριξης και αποδοχής από την οικογένεια και την κοινωνία

Τι πρέπει να γνωρίζει κανείς για τη νόσο;


Η σχιζοφρένεια είναι μία από τις σοβαρότερες χρόνιες ψυχικές νόσους.

Προσβάλλει περίπου 1 στα 100 άτομα χωρίς διάκριση φύλου, κοινωνικού ή οικονομικού στάτους, καταγωγής, πολιτισμικής προέλευσης κ.λπ.. Είναι, με άλλα λόγια, μία οικουμενική νόσος που ανά πάσα στιγμή μπορεί να πλήξει οποιονδήποτε

Τα βασικά της συμπτώματα είναι παραληρητικές ιδέες, ψευδαισθήσεις, δυσκολίες στη σκέψη και τη συγκέντρωση, στα συναισθηματα και γενικά στη συμπεριφορά.

Η αιτιολογία της σχιζοφρένειας δεν είναι πλήρως αποκωδικοποιημένη, αλλά φαίνεται να περιλαμβάνει σημαντικές διαταραχές της εγκεφαλικής χημείας.

Ο ρόλος της γονιδιακής προδιάθεσης παίζει, όπως φαίνεται. σημαντικό ρόλο.

Η οικογένεια και το οικογενειακό περιβάλλον δεν ευθύνονται για την αιτιολογία της σχιζοφρένειας, αλλά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη αυτής.

Το άγχος παίζει ρόλο στην εκδήλωση και παγίωση της ασθένειας, κυρίως όμως στην εξέλιξη της συμπτωματολογίας της.

Η σχιζοφρένεια αντιμετωπίζεται με ειδική φαρμακευτική αγωγή αλλά και σύγχρονες ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι ασφαλή και δεν δημιουργούν εθισμό.

Η διακοπή των φαρμάκων πολλαπλασιάζει, ουσιαστικά, την προοπτική για υποτροπή της νόσου.


ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ Η ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΘΕΙ


Εφ’ όσον:

Αναγνωρίζεται έγκαιρα

Ο ασθενής λαμβάνει τη φαρμακευτική του αγωγή.

Η οικογένεια συμμετέχει ενεργά και συνειδητά στη θεραπευτική προσπάθεια.

Η κοινωνία αποδέχεται τον ασθενή με αγάπη, όχι με οίκτο, και του προσφέρει ευκαιρίες για ισότιμη αντιμετώπιση.

Δυστυχώς, η σχιζοφρένεια δεν είναι μια ασθένεια που μπορεί να θεραπευτεί. Υπάρχουν όμως τρόποι ελέγχου αυτής, κυρίως με ψυχιατρικά φάρμακα και εξειδικευμένες ψυχοθεραπείες. Τα φάρμακα που χορηγούνται στους ασθενείς, ανάλογα με τον βαθμό με τον οποίο εκδηλώνεται η νόσος, τους βοηθούν να ξεχωρίζουν τις καταστάσεις που φαντάζονται οι ίδιοι από εκείνες που συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Τα ψυχιατρικά φάρμακα μπορούν, λοιπόν, να επαναφέρουν στον ασθενή τον έλεγχο για αυτά που κάνει και μπορούν επίσης να του επιτρέψουν να σκέφτεται πιο καθαρά, χωρίς να αντιμετωπίζει διλήμματα που τον στρεσάρουν. Με την ατομική ή την ομαδική ψυχοθεραπεία, οι ασθενείς είναι σε θέση να βοηθηθούν στο να καταλάβουν καλύτερα τον εαυτό τους και την νόσο από την οποία ασθενούν. Παράλληλα, βοηθούνται από τη στοχευμένη θεραπεία στο να βελτιώσουν την ικανότητά τους να επικοινωνούν με τους άλλους ανθρώπους.

Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας εξαρτάται από το πόσο έντονα εκδηλώνεται η σχιζοφρένεια σε κάθε ασθενή. Το 25% των ασθενών αναρρώνει πλήρως, 25% βελτιώνεται μέτρια και στο 50% των ασθενών η ασθένεια εκδηλώνεται τόσο έντονα, ώστε απαιτεί ειδική περίθαλψη σε ψυχιατρική μονάδα ή ίδρυμα. Χωρίς καθόλου θεραπεία, ένα άτομο που πάσχει από σχιζοφρένεια μπορεί να αποδιοργανωθεί τόσο έντονα, ώστε να μη δύναται καν να ικανοποιήσει από μόνο του τις πιο βασικές του ανάγκες, όπως είναι η τροφή και η ένδυση! Αντίθετα με τις εντυπώσεις που ίσως παίρνουμε, μελέτες έδειξαν πως τα άτομα που πάσχουν από σχιζοφρένεια δεν εγκληματούν περισσότερο από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Αντιθέτως, τα άτομα αυτά προτιμούν να αποσύρονται από την κοινωνική ζωή και να απομονώνονται, ενώ, ιδιαίτερα μετά από θεραπεία, οι εκρήξεις βίας είναι μάλλον σπάνιες.